- Ξενοφῶν
- Ξενοφῶνofmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ξενοφών — I (Αθήνα 430; – 354; π.Χ.). Πολυγράφος, ιστορικός και φιλόσοφος. Την εποχή των Τριάκοντα Τυράννων φέρεται ότι πολέμησε εναντίον των δημοκρατικών του Θρασύβουλου, έπειτα από τη νίκη των οποίων, αν και αμνηστεύτηκε, έφυγε από την Αθήνα. Πρώτα έλαβε … Dictionary of Greek
Ζολώτας, Ξενοφών — (Αθήνα 1904 –). Οικονομολόγος, πανεπιστημιακός, ακαδημαϊκός και πρωθυπουργός οικουμενικής κυβέρνησης (Νοέμβριος 1989 – Απρίλιος 1990). Σπούδασε στα πανεπιστήμια Αθηνών, Λειψίας και Παρισιού. Το 1928 έγινε καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο… … Dictionary of Greek
Κοκόλης, Ξενοφών — (Κατερίνη 1939 –). Φιλόλογος και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο Ινστιτούτο Ξένων Γλωσσών και Φιλολογιών και στο τμήμα ιταλικής γλώσσας και φιλολογίας του ίδιου πανεπιστημίου.… … Dictionary of Greek
Σιδερίδης, Ξενοφών — Βυζαντινολόγος (Χρυσούπολη Βοσπόρου 1851 Κωνσταντινούπολη 1921). Καταγόταν από την Ήπειρο και από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με το εμπόριο και συγκέντρωσε μεγάλη περιουσία. Παράλληλα επιδόθηκε στη μελέτη της αρχαίας και μεσαιωνικής ελληνικής και… … Dictionary of Greek
Ксенофонт ≈ историк и философ — (Ξενόφων, ок. 434 359 г.) греческий историк и философ, сын Грилла, из богатой всаднической семьи в Афинах; с молодых лет сделался последователем Сократа; в 401 г. поступил на службу к Киру младшему. После смерти Кира и вероломного избиения… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Ксенофонт Эфесский — (Ξενόφων) греческий романист, новейшими исследователями относится ко времени между II и III вв. по Р. Хр.; написал дошедший до нас роман Εφεσιακά , написанный плавно и не лишенный интереса. Отдельное издание Peerlkamp a (Гарлем, 1806), также в… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Ксенофонт — историк и философ — (Ξενόφων, ок. 434 359 г.) греческий историк и философ, сын Грилла, из богатой всаднической семьи в Афинах; с молодых лет сделался последователем Сократа; в 401 г. поступил на службу к Киру младшему. После смерти Кира и вероломного избиения… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Ξενοφῶντα — Ξενοφῶν of masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξενοφῶντι — Ξενοφῶν of masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ξενοφῶντος — Ξενοφῶν of masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)